सहस्त्र

Posted on 11.10.09 by Thech®sennone™

Ξύπνησα σήμερα με την φρεσκάδα κάποιου που θέλει να ζήσει. Η ζεστή αποπνικτική ατμόσφαιρα που επικρατούσε έξω με απέτρεψε να δοκιμάσω κάποια γενναία έξοδο στον κόσμο. Δεν πτοήθηκα όμως. Αφού πήρα πρωινό, ντύθηκα τα καλά μου ρούχα, σουλούπωσα τα μαλλιά μου που ακόμα και έτσι δίνουν πάντα την εντύπωση της αμέλειας , κάθισα στην κουνιστή πολυθρόνα του σαλονιού μέσα σε μια παρθένα ευχαρίστηση για όσα κατάφερα να κάνω. Έκλεισα τα μάτια μου και με φαντάστηκα ως έναν ήσυχο κάτοικο κάποιου παραθαλάσσιου προάστιου, που περνούσε τις κυριακές του καθισμένος στην πολυθρόνα του, ακούγοντας με ενδιαφέρον τους ήχους από τον έξω κόσμο να εισβάλλουν από τα μισάνοιχτα παράθυρα του σπιτιού του. Το αυτοκίνητο που σταματά με θόρυβο και κορναρίσματα μπροστά σε κάποιο σπίτι, τις χαρούμενες φωνές παιδιών που κατηφορίζουν με τα ποδήλατα τους ένα μικρό ύψωμα, το διπλανό ζευγάρι της πολυκατοικίας να ησυχάζει μετά από καυγά. Ο ήρωας μου νιώθει τότε με την φαντασία, την αξία να έχεις φίλους που σε καλούν σε περιπέτειες, την ελευθερία να είσαι παιδί, τα χείλη που γίνονται φιλιά και λύνουν τις παρεξηγήσεις ανάμεσα στους εραστές. Ονειροπόλημα ολοήμερο που γι αυτόν είναι όλα όσα είναι ζωή. Ύστερα με κουρασμένες τις αισθήσεις και την καρδιά γεμάτη συγκίνηση, σηκώνεται, πηγαίνει στο δωμάτιο του, γδύνεται, διπλώνει τα ρούχα του και πέφτει στο κρεββάτι σαν κάποιον που σκοτώνεται.