Ότι είναι εδώ είναι πια σπασμένο, πολλαπλασιασμένο στον εαυτό του αφημένο στο καιρό. Τα γύρω, μας έχουν αφήσει απ έξω, και ότι υπάρχει είναι μια δυνατότητα που δεν φανταστήκαμε οτι θα πραγματοποιηθεί. Οι απώλειες μας παραμένουν χαμένες, οι νίκες μας παραμένουν δαφνοστεφανομένες μνήμες και το όνειρο για ελευθερία απο τα θέλω των άλλων για όσα δεν κατάφεραν να κάνουν ή να θέλουν, παραμένει εφιάλτης. Ένα στομάχι κόμπος μας δείχνει το σύμπαν μπερδεμένο σαν κουβάρι. Μια γραβάτα τρώει γρήγορα ένα σάντουιτς και ύστερα υπογράφει νόμους. Ο γείτονας βρίζει την γυναίκα του, ένα λεωφορείο σταματάει πάνω σε κορμιά παιδιών που περιμένουν, μια ελπίδα γεννιέται σε όσους παίζουν λαχείο, και οι σκέψεις μου αναιρούνται στην διατύπωση τους. Ότι κλαίει εκεί έξω είναι ανθρωπότητα. Ότι γελά μέσα μου είναι που φαντάζομαι πως κατεβαίνω από την ψυχή ως τα χέρια για να αγγίξω τον χάρτη που έχεις για κορμί. O κόσμος παρακολουθεί τις εξελίξεις και γω σε σκέφτομαι ακατανόητα, παράλογα, διεστραμμένα.